Γράφει ο Επίσκοπος Ωλένης
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
Σήμερα Κυριακή, ἀγαπητοί μου ἀναγνῶστες,ἡ Ἁγία μας Ἐκκλη-σία ἑορτάζει τήν μνήμη τῶν Μαρτύρων Κυπριανοῦ καί Ἰουστίνης. Ὁ Ἅγιος Κυπριανός ἦτο ἕνας νέος καί πλούσιος ἀριστοκράτης, γεννη-μένος στήν Καρχηδόνα, πού ἦταν φημισμένη γιά τόν πλοῦτο καί τίς ἁμαρτωλές διασκεδάσεις της, στίς ὁποῖες παρεσύροντο οἱ νέοι ἄνθρωποι. Αὐτό ἔπαθε καί ὁ νεαρός Κυπριανός, ὁ ὁποῖος σπούδασε καί ἀπέκτησε γνώσεις καί μόρφωση σπουδαία, ἀσχολήθηκε μέ τή μαγεία, διέπρεψε καί στήν ρητορική, ὅπου ἀναφέρεται ὅτι ἔδρασε στήν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας τό 250 μ.Χ. περίπου καί συγχρόνως ὅμως ἔγινε ὑποχείριος τοῦ πατρός τοῦ ψεύδους, τοῦ διαβόλου.
Ὁ Χριστός ὅμως γνωρίζοντας τήν ἀγαθή προαίρεση τῆς καρδιᾶς του θέλησε νά τόν σώσει ἀπό τήν εἰδωλολατρεία καί τή μαγεία καί τόν κάλεσε στήν πίστη του μέσῳ τοῦ πρεσβυτέρου Καικιλίου καί τοῦ δίδαξε τό εὐαγγέλιο καί τόν βάπτισε. Ὁ Ἅγιος Κυπριανός ὄχι μόνο πίστευσε καί ἀγάπησε βαθειά τόν Χριστό, ἀλλά καί ἀξιώθηκε νά γίνει κληρικός τοῦ Θεοῦ καί Ἐπίσκοπος τῆς πατρίδος του τῆς Καρχηδόνος, τήν ὁποία ἐποίμανε μέ πολλή ἀγάπη καί δημιούργησε ἕνα τεράστιο ποιμαντικό καί φιλανθρωπικό ἔργο.
Ὁ Χριστός ὅμως τοῦ ἐπεφύλαξε μία μεγαλύτερη τιμή ἀπό αὐτή τῆς κλήσεως στήν πίστη του καί στήν ἱερωσύνη. Αὐτή ἦταν ὁ στέ-φανος τοῦ μαρτυρίου. Ὁ ἅγιος Κυπριανός συνελήφθη, ὁμολόγησε τήν πίστη του καί ὑπέμεινε τόν μαρτυρικό θάνατο γιά νά ἀπολαύσει καί αὐτός, ὅπως καί ὅλοι οἱ ἅγιοι μάρτυρες, τή δόξα τοῦ οὐρανοῦ.
Στήν περιοχή τῆς Ἀντιόχειας, πού ζοῦσε καί ἔδρεσε ὁ Ἅγιος Κυπριανός, καταγόταν καί ζοῦσε ἡ Ἁγία Ἰουστίνα. Ἦταν ἡ κόρη ἑνός εἰδωλολάτρη ἱερέα, τοῦ Αἰδεσίου καί τῆς μητέρας της Κληδο-νίας. Ἡ Ἰούστα ὅπως ἦταν τό ὄνομά της πρίν βαπτιστεῖ, σάν εἰδωλο-λάτρισσα πού ἦταν, ξεχώριζε ἀπό τά παιδιά τῆς ἡλικίας της γιατί εἶχε καλή καρδιά καί ἤθελε νά μαθαίνει τήν ἀλήθεια γιά κάθε τί πού τήν ἀπασχολοῦσε. Μεγαλώνοντας λοιπόν σέ ἕνα εἰδωλολατρι-κό περιβάλλον ἡ Ἰούστα ἄρχισε νά ξεφεύγει σιγά σιγά ἀπό τήν πλά-νη τῆς εἰδωλολατρίας καί ἄρχισε νά περιφρονεῖ τή λατρεία τῶν εἰδ-ώλων.Ὁ Πανάγαθος Θεός βλέποντας τήν καλή της διάθεση, τήν φώτισε, ὥστε ἔφτασε στό σημεῖο, νά πιστέψει στόν μόνο Ἀληθινό Θεό καί νά περιφρονεῖ ἐντελῶς τήν εἰδωλολατρική θρησκεία.
Ὁ Πραύλιος πού ἦταν διάκονος ἀπό τήν Ἀντιόχεια βοήθησε τήν Ἰούστα γιά νά πιστέψει καί νά στερεωθεῖ στήν χριστιανική πίστη. Μετά ἀπό καιρό ἡ Ἰούστα, ἀφού εἶχε στερεώσει τήν πίστη της, ἀπευ-θύνεται πρός τήν μητέρα της, τῆς ἀποκαλύπτει ὅτι πιστεύει στόν Ἀληθινό Θεό τῶν Χριστιανῶν.
Ἡ Κληδονία, ἡ μητέρα της, ἀκούγοντας τήν κόρη της νά μιλᾶ γιά τά εἴδωλα καί νά εἶναι σίγουρη γιά τά λόγια πού τῆς ἔλεγε, ταλα-ντεύτηκε, ἀλλά δέν ἦταν ἔτοιμη νά ἀφήσει τά είδωλα. Πληροφορεῖ τόν σύζυγόν της Αἰδέσιον γιά τήν μεταστροφή τῆς κόρης τους, ὄχι μόνο δέν ὀργίστηκε ἀλλά ἀπεναντίας, ἄρχισε νά ἀμφιβάλει γιά τούς θεούς του. Τό ἴδιο βράδυ μάλιστα στόν ὕπνο του εἶδε τόν Ἰησοῦ Χριστό ἐν μέσῳ Ἀγγέλων πού τόν καλοῦσε νά τόν ἀκολουθήσει.
Τήν ἄλλη μέρα τό πρωῒ πῆρε τή γυναῖκα του καί τήν κόρη του καί πῆγε στόν Ἐπίσκοπο Ὄκτατο, ὁ ὁποῖος ἄκουσε προσεκτικά ὅλα ὅσα εἶχαν συμβεῖ ἀλλά καί γιά τό ἐνύπνιό τοῦ Αἰδέσιου καί δέχτηκε νά τούς βαπτίσει. Ὁ Αἰδέσιος, χειροτονήθηκε καί ἀπό ἱερέας τῶν εἰδώ-λων πού ἦταν, ἔγινε Ἱερέας τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἀπό ἐκείνη τή μέρα ἔζησε μία ζωή θεάρεστη.
Βεβαίως, ἐμεῖς μπορεῖ νά μήν βρισκόμαστε μακριά ἀπό τόν Χρι-στό, ὅπως βρισκόταν ἀρχικά ὁ ἅγιος Κυπριανός, ἀλλά αὐτό δέν θά πρέπει νά μᾶς κάνει νά ἐφησυχάζουμε καί νά νομίζουμε ὅτι δέν ἔχουμε ἀνάγκη τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἐπεμβάσεως τῆς ἀγάπης Του γιά νά σωθοῦμε. Διότι ὁ λογισμός αὐτός εἶναι ἐπικίνδυνος καί μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσει, ἄν δέν προσέξουμε, στήν ἀπώλεια τῆς σωτηρίας μας.
Γι᾽ αὐτό ἄς εἴμαστε προσεκτικοί, γιά νά ἀξιοποιοῦμε τίς εὐκαι-ρίες τῆς ἀφυπνήσεως καί τῆς μετανοίας πού μᾶς χαρίζει ὁ Χριστός, ὥστε νά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς νά κερδίσουμε τή σωτηρία μας, νά ἀπολαύσουμε διά πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Κυπριανοῦ καί τῆς ἁγίας Ἰουστίνης τήν αἰώνιο καί μακαρία ζωή κοντά Του.
ΑΜΗΝ.