Γράφει ο Επίσκοπος Ωλένης
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
Σήμερα Γ΄Κυριακή τῶν Νηστειῶν, ἀγαπητοί μου ἀναγνῶστες, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία σοφὰ προβάλλει τὴν ἑορτὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Ἡ Σαρακοστὴ εἶναι ἡ σταύρωση τοῦ ἑαυτοῦ μας, δὲν μποροῦμε ὅμως νὰ σηκώσουμε τὸν σταυρό μας καὶ νὰ ἀκολουθήσουμε τὸ Χριστὸ, ἂν δὲν ἀτενίζουμε τὸ Σταυρὸ ποὺ Ἐκεῖνος σήκωσε γιὰ νὰ μᾶς σώσει. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία ὑψώνει σήμερα τὸν Σταυρὸ ἐνώπιον ὅλων μας, ὥστε ἀτενίζοντάς Τον νὰ θυμόμαστε ὅτι ὁ δικός Του Σταυρὸς σώζει καὶ δίνει νόημα στὸν δικό μας σταυρὸ, ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ τὴν δύναμη νὰ τὸν σηκώσουμε.
Καλούμεθα, λοιπὸν, νὰ γίνουμε μαθητές Του καὶ νὰ ζήσουμε μὲ τὸν Ἰησοῦ καὶ ὄχι ἁπλῶς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε ὡς ἁπλοὶ ὁπαδοί Του. Νὰ μιμηθοῦμε τὸν τρόπο ζωῆς Του. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἐπιλογὴ μας πρέπει νὰ εἶναι συνειδητή· ὅτι δὲν γίναμε χριστιανοὶ προσβλέποντες στὴν κοινωνικὴ διασφάλιση, ὅτι δηλαδὴ ὁ Θεὸς εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ μᾶς χαρίσει ὑγεία καὶ ὑλικὰ ἀγαθά. Αὐτὴ εἶναι μία καθαρὰ κοσμικὴ ἀντίληψη. Δὲν μπορεῖ, δηλαδή, ἡ ἀπόφαση καὶ ἡ πορεία μας νὰ εἶναι διαφορετικὲς ἀπὸ τὴν πορεία καὶ τὴν ἀπόφαση ποὺ πῆρε ὁ Κύριός μας νὰ ἐνδυθεῖ ἀπὸ ἄκρα ταπείνωση τὴν ἀνθρώπινη ἀδυναμία καὶ νὰ καταδεχθεῖ γιὰ τὸν ἑαυτὸ Του τὸν δρόμο τῶν Παθῶν καὶ τοῦ Σταυροῦ.
Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶναι μία περίοδος πνευματικῆς περι-συλλογῆς, κατὰ τὴν ὁποίαν καλούμεθα εἰς μίαν γενικὴν ἐσω-τερικὴν ἀνασύνταξι καὶ προετοιμασίαν, ἀποβλέποντες εἰς τὴν ψυχι-κὴν μας κάθαρσι, ὥστε μὲ ἐξαγνισμένη καρδιά νὰ συναντήσουμε τὸν Σωτῆρα μας Ἰησοῦν Χριστόν.
Ἐπειδὴ ὅμως εἴμεθα ἄνθρωποι καὶ ἐνδέχεται νὰ ἀποκάμωμεν ἐκ τῆς ὁδοιπορίας καὶ νὰ λησμονήσωμεν τὸν κύριον σκοπὸν τῆς πο-ρείας αὐτῆς, ἡ Ἐκκλησία ἔρχεται νὰ προβάλῃ ἔμπροσθεν μας τὸν Τίμιον Σταυρόν, καὶ νὰ μᾶς ὑπομνήσῃ ὅτι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς τοῦ καθενός μας, εἶναι τὸ μεγάλο θέμα, ὁ μεγάλος σκοπὸς τῆς Τεσσα-ρακοστῆς, τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, καὶ τῆς πρωΐας τῆς Ἀναστάσεως.
Ὁ Σταυρὸς φανερώνει τὴν σταύρωσιν τοῦ Χριστοῦ· σημαίνει τὸ μυστηριῶδες εἰς τὸν Γολγοθᾶν πάθος τοῦ Θεανθρώπου, τὸ ἀκατά-ληπτον μυστήριον τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἀπο-λυτρώσεως τῆς Ἀνθρωπότητος. «Σταυρὸς, – ἔλεγεν ὁ ἱερὸς Χρυσό-στομος- σταυρὸς ξύλον εἰς οὐρανοὺς ἀνάγον καὶ ὑψηλοὺς ἐργαζό-μενον». Καὶ : «σταυρὸς ἀπὸ τοῦ βυθοῦ τῆς κακίας ἀνασπάσας, εἰς αὐτὴν τὴν κορυφὴν τῆς ἀρετῆς ἀνήγαγε» (Migne 56, 313).
Ὁ ἄνθρωπος πρὸ τοῦ σταυροῦ γίνεται ὑψηλὸς κατὰ τὴν ἀντίλη-ψιν καί κατὰ τὰ φρονήματα. Ὡπλισμένος μὲ τὰ ὅπλα τοῦ σταυροῦ καὶ ἐφωδιασμένος μὲ τὰ ἄϋλα πτερὰ τῆς ἀνωτέρας ἀνθρώπινης δύ-ναμης, φθάνει εὶς τά ἰλιγγιώδη ὕψη τῆς χριστιανικῆς ἀρετῆς. Φθά-νει ἐκεῖ ὅπου εὑρέθει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἔλεγε «Χριστῷ συνεσταύρωμαι ζῶ. δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός»(Γαλ.Β΄,20). Ὁ Σταυρὸς ἔχει καὶ τήν ἔννοιαν τῆς καταπολέμησης, τῆς ἐκμηδένησης τῶν παθῶν μας. Διά τοῦ Σταυροῦ ἐπιτυγχάνεται ἡ ἀποβολή, ἡ ἐκρίζωση κάθε αἰσθήματος, σκέψης, διάθεσης ποὺ δὲν συμφωνεῖ μὲ τὰ ἰδανικὰ τοῦ Χριστοῦ. Ὅ,τι δὲν συμβιβάζεται μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νὰ τὸ ἀποτινάξωμε, νὰ τὸ ἀπομακρύνωμε ἀπὸ τὸν ἔσω ἄνθρωπον. Ἡ ἐκρίζωση τῶν ἐλαττω-μάτων καὶ τῶν παθῶν μας προϋποθέτει ὅμως μάχες καὶ πολέμους ἐσωτερικούς. Σταυρὸς λοιπὸν εἶναι καὶ ἡ ἀνάγλυφος παράστασις τῶν θλίψεων καὶ τῶν διωγμῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν χριστιανῶν, διότι « Χριστὸς ἔπαθεν ὑπὲρ ὑμῶν, γράφει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμὸν ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ» (Α΄Πέτρου Β΄, 21).
Ἐάν ὁ πόνος εἶναι μία σκληρή πραγματικότης,ἐάν ἕκαστος ἐξ ἡμῶν αἴρη τόν σταυρόν του καί ἀναβαίνει τόν Γολγοθᾶ του, μή λησμονοῦμε, ὅτι ὄπισθεν τοῦ Σταυροῦ διαφαίνεται ὁ κενός Τάφος, αἰώνιον σύμβολον τῆς Ἀναστάσεως. Ὄπισθεν τοῦ ζοφεροῦ Γολγο-θᾶ αἴρεται λαμπρόν καί δεδοξασμένον τό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, σύμβο-λον καί τοῦτο τῆς χαρᾶς, ἡ ὁποία ἀναμένει ἐκείνους οἱ ὁποῖοι γνω-ρίζουν νά φέρουν μέ ὑπομονή καί μέ πίστι τίς θλίψεις καί τίς στενοχώριες τοῦ Βίου.
Αὐτόν τόν Σταυρόν τοῦ Κυρίου καλούμεθα νά σηκώσουμε ἐπάξια καί αὐτόν σηκώνοντας νά ἀκολουθήσουμε μέ πίστη τόν Θεάνθρωπον Κύριον, διότι μόνον: τότε θά ἀπολαύσουμε τά βραβεῖα καί τά οὐράνια στεφάνια, πού ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά τούς ἀγαπώντας Αὐτόν.
ΑΜΗΝ.