Γράφει ο Επίσκοπος Ωλένης
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
Σήμερα δεύτερη Κυριακή μετά τοῦ Πάσχα, ἀγαπητοί μου ἀνα-γνῶστες, καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τό μαρτύριο τοῦ Ἱεροῦ ζεύγους τῶν Ἁγίων Τιμοθέου καί Μαύρας. Οἱ Ἅγιοι Τιμόθεος καί Μαύρα γεννήθηκαν στή Κωμόπολη Παναπέα τῆς Θηβαΐδας τῆς Αἰγύπτου.Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ἦταν ἀναγνώστης καί κήρυκας τοῦ Εὐαγ-γελίου στήν Ἐκκλησία τῶν Παναπέων καί ἐκτελοῦσε τά καθήκοντά του μέ θερμότατο ζῆλο καί μέ θαυμαστά ἀποτελέσματα. Τό γεγονός αὐτό προξενοῦσε ζηλοφθονία στούς εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι τόν κατήγγειλαν στόν εἰδωλολάτρη Ἔπαρχο τῆς περιοχῆς Ἀρριανό τόν Ἅγιον Τιμόθεον, ὁ ὁποῖος μόλις εἶχε νυμφευθῆ τήν Ἁγία Μαύρα.
Τήν ἐποχή ἐκείνη εἶχε κηρυχθῆ σκληρός διωγμός ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, διότι θεωροῦσαν ὑπαιτίους τούς Χριστιανούς γιά τίς συμφορές πού ὑφίσταντο καί ὅτι οἱ θεοί τούς τιμωροῦσαν. Οἱ Χριστι-ανοί μάρτυρες καί ὁμολογητές ὑπέδειξαν πρωτοφανῆ ἡρωϊκό φρό-νημα, ἀψηφῶντας τίς διώξεις, τίς ταλαιπωρίες, τά φρικτά βασανι-στήρια καί αὐτόν τόν θάνατο, πού τούς ἐπέβαλλαν οἱ διῶκτες τους.
Μεταξύ τῶν μυριάδων Μαρτύρων, πού μαρτύρησαν γιά τό Χριστό, εἶναι καί τό νεαρό συζυγικό ζεῦγος τῶν Ἁγίων Τιμοθέου καί Μαύ-ρας. Ἔζησαν στά τέλη τοῦ 3ου καί στίς ἀρχές τοῦ 4ου μ.Χ.αἰῶνα. Εἶχαν λάβει χριστιανική ἀνατροφή καί μεγάλωσαν μέσα σέ ἕνα πνευματικό περιβάλλον μέ εὐσέβεια καί πίστη ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, ὁ Ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά σωθῆ δι’ Αὐτοῦ τό ἀνθρώπινο γένος.
Ἔβλεπαν ὅμως μέ λύπη τίς ἀπίστευτες δεισιδαίμονες τελετουργίες τῶν σκοταδιστῶν εἰδωλολατρῶν ἱερέων,τίς ἀμέτρητες ζωοθυσίες γιά τόν ἐξευμενισμό τῶν μισάνθρωπων «θεῶν» τους. Ἔβλεπαν ἐπί-σης τούς μάντεις νά περιφέρονται ἀπό τόπο σέ τόπο, γιά νά ἐκμε-ταλλευθοῦν τούς ἀφελεῖς εἰδωλολάτρες.
Μέ τήν κήρυξη τῶν διωγμῶν ἐπί Διοκλητιανοῦ ὁ Ἔπαρχος τῆς Αἰγύπτου Ἀρριανός ἐφήρμοσε τήν ἐντολή τοῦ Ρωμαίου Αὐτοκράτορος καί κάλεσε τόν Ἅγιον Τιμόθεο νά παραδώσει τά ἱερά βιβλία του στήν πυρά. Ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε μέ παρρησία νά καταστρέψει τά βιβλία του, τά ὁποῖα θεωροῦσε ἱερά πνευματικά του ὅπλα καί ἐφόδια. Ὀργισμένος ὁ Ἀρριανός ὑπέβαλε τόν Ἅγιο σέ διάφορα βασανιστήρια, τά ὁποῖα ὑπέ-μεινε μέ παροιμιώδη ὑπομονή. Ἔβαλαν μέσα στά αὐτιά τοῦ Μάρτυρα πυρακτωμένα σίδερα, μέ ἀποτέλεσμα νά λιώσουν οἱ κόρες τῶν ματιῶν του καί νά πέσουν στό ἔδαφος. Ἔδεσαν τούς ἀστραγάλους πάνω σέ τροχό βασανιστηρίων καί σφράγισαν τό στόμα του μέ φίμωτρο. Γιά νά κάμψει τό σθένος του ὁ Ἔπαρχος στράφηκε πρός τή σύζυγό του Μαύ-ρα, τήν ὁποία κολάκευε γιά νά θυσιάσει στά εἴδωλα καί νά μήν ὁδη-γηθῆ στόν θάνατον. Μέ παραίνεση ὅμως τοῦ Ἁγίου Τιμοθέου ἡ Ἁγία Μαύρα ὁμολόγησε κι’ἐκείνη τήν πίστη της στόν Θεό. Τότε ὁ Ἀρριανός διέταξε τόν ἄγριο βασανισμό τῆς Ἁγίας.
Σέ αὐτήν τήν κατάσταση εὑρισκόμενοι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, ὁ διά-βολος μέ τά ὄργανά του προσπαθοῦσε νά τούς ἐπηρεάση νά ἀρνη-θοῦν τόν Χριστόν καί νά θυσιάσουν στούς θεούς καί θά ἀπολαύσουν τιμές καί δόξες.
Ἀλλά οἱ Ἅγιοι Τιμόθεος καί Μαύρα κατάλαβαν τήν παγίδα τοῦ διαβόλου, ἄρχισαν νά προσεύχονται μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους καί ἐστήριζαν ὁ ἕνας τόν ἄλλον μέσα στίς φρικτές ὀδύνες τους, ἀποτέλεσμα νά νοιώθουν ἀπέραντη ἀγαλλίαση καί τιμή, πού ἀξιώ-θηκαν νά πεθάνουν μέ τόν τρόπο πού πέθανε ὁ Λυτρωτής μας Χριστός, παρέδωσαν τίς ἁγιασμένες ψυχές τους στόν Κύριο καί ἀνα-χώρησαν γιά τόν Παράδεισο, ὥστε νά χαίρονται τώρα αἰωνίως τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ.
Αὐτοί ἦταν οἱ Ἅγιοι καλλίνικοι Μάρτυρες Τιμόθεος καί Μαύρα, οἱ ὁποῖοι μέ τήν πίστη τους στό Χριστό νίκησαν τίς ἀντίθεες δυνάμεις τοῦ κόσμου. Τό τίμιο αἷμα τους κύλισε στόν ποταμό τῶν αἱμάτων τῶν ἕνδεκα ἑκατομμυρίων Μαρτύρων, ἀποπλένοντας καί καθαρί-ζοντας τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τήν ἠθική δυσοσμία τοῦ προχρι-στιανικοῦ κόσμου.
Ἔτσι καί ἐμεῖς ἀκολουθῶντας τήν δική τους ζωή καί πορεία, θά αἰσθανθοῦμε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα μας, ὁ Ὁποῖος θά μᾶς ἀναστήση, θά μᾶς ὁδηγήσει στήν Βασιλείου Του καί θά ζοῦμε αἰώνια μαζί Του.
ΑΜΗΝ.