Γράφει ο Επίσκοπος Ωλένης
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
Σήμερα Κυριακή, ἀγαπητοί μου ἀναγνῶστες, καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρός ἡμῶν Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, Ἐπισκόπου Ἐφέσου.Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1392 μ.Χ. ἀπό εὐσεβεῖς καί πιστούς γονεῖς, τόν Ἀρχιδικαστή καί Σακελλίωνα Γεώργιον καί τήν Μαρία. Εἶχε ἀκόμα ἕναν μικρότερο ἀδερφό τόν Ἰωάννη. Λόγῳ τῶν πολλῶν του πνευματικῶν χαρισμάτων ἔκανε περίλαμπρες θεολο-γικές καί φιλοσοφικές σπουδές καί μαθήτευσε στούς πλέον φημι-σμένους διδασκάλους τῆς ἐποχῆς του, ὅπως τόν μαθηματικό καί φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα. Μεταξύ τῶν συμμαθητῶν του ἦταν καί ὁ μετ’ ἔπειτα ἄσπονδος ἐχθρός του Βησσαρίων ὁ καρδινάλιος πού ἦταν ὑπέρμαχος τῆς ἕνωσης.
Δίδασκε στό φροντιστήριο τοῦ Πατέρα του, καί ἀργότερα, μετά τόν θάνατό του, τόν διαδέχθηκε στό διδασκαλικό ἐπάγγελμα. Διακρίθηκε σάν δάσκαλος τῆς ρητορικῆς καί μεταξύ τῶν μαθητῶν του, πού διέπρεψαν ἀργότερα, ἦταν ὁ Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος (ὁ πρῶτος μετά τήν ἅλωση τῆς Πόλεως Πατριάρχης), ὁ Θεόδωρος Ἀγαλλιανός, ὁ Θεοφάνης Μητροπολίτης Μηδείας καί ὁ αδελφός του Ἰωάννης ὁ Εὐγενικός. Στό 25ο ἔτος τῆς ἡλικίας του ἀποφάσισε νά γίνει μοναχός καί γι’ αὐτό ἔφυγε σέ μία Μονή στούς Πριγκηπόνησους. Ἐκεῖ ἐτάχθη ὑπό τήν πνευματική ἐπιστασία ἐνάρετου Μοναχοῦ, τοῦ Συμεών, ὁ ὁποῖος τόν ἔκειρε Μοναχό καί τόν μετονόμασε ἀπό Ἐμμανουήλ, πού ἦταν τό βαπτιστικό του ὄνομα, σέ Μᾶρκο. Κατόπιν ἀπό τά νησιά αὐτά ἔφυγε καί πῆγε στή Μονή τῶν Μαγκάνων, ὅπου χειροτο-νήθηκε Ἱερέας καί τό 1436 μ.Χ. ἐκλέγεται Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου. Ἀκολούθησε τόν Αὐτοκράτορα Ἰωάννη Παλαιολόγο στή Φεράρα και τη Φλωρεντία( 1438-1439), ὅπου πραγματοποιήθηκε Σύνοδος γιά τήν ἕνωση τῆς Ἀνατολικῆς καί τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ἀνεδείχθη ὁ θερμότερος καί στερεότερος ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀρνούμενος νά ὑπογράψει τόν ὅρο τῆς ψευδοενώσεως, ἔτσι πού ὅταν ὁ Πάπας Εὐγένιος Δ’ (1431 – 1447 μ.Χ.) πληροφορήθηκε τήν ἀπόφασή του εἶπε: «Μᾶρκος οὐχ ὑπέγραψε, λοιπὸν ἐποιήσαμεν οὐδέν». Ὅταν ἐπέστρεψαν στήν Κωνσταντινούπολη οἱ κάτοικοι δέχθηκαν μέ αἰσθήματα ἐχθρικά καί ἀποδοκίμασαν αὐτούς πού ὑπέγραψαν τήν ἕνωση, ἐνῶ ἐπιδοκίμασαν καί τίμησαν τόν Ἅγιο Μᾶρκο, ὅπως ἀναφέρει ὁ ὑβριστής του γραικολατίνος ἐπίσκοπος Μεθώνης Ἰωσήφ: «ὁ Ἐφέσου εἶδε τό πλῆθος δοξάζων αὐτόν ὡς μή ὑπογράψαντα καί προσεκύνουν αὐτῷ οἱ ὄχλοι καθάπερ Μωϋσεῖ καί Ἀαρών καί εὐφήμουν αὐτόν καί ἅγιον ἀπεκάλουν» (PG 159, 992). Εὑρισκόμενος στήν Λήμνο ὁ Ἅγιος ἐξαπέλυσε τήν περίφημο ἐγκύκλιο ἐπιστολή του πρός τούς ἀπανταχοῦ τῆς γῆς εὑρισκομέ-νους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς. Μέ αὐτήν ἐλέγχει αὐστηρῶς τούς Ὀρθοδόξους ἐκείνους πού ἀποδέχθηκαν τήν ἕνωση καί μέ ἀδιάσει-στα στοιχεῖα ἀποδεικνύει ὅτι οἱ λατῖνοι εἶναι καινοτόμοι καί γι’ αὐτό λέει: «ὡς αἱρετικούς αὐτούς ἀπεστράφημεν, καί διά τοῦτο αὐτῶν ἐχωρίσθημεν». Καλεῖ δέ ὁ Ἅγιος τούς πιστούς νά ἀποφεύγουν τούς ἑνωτικούς, διότι αὐτοί εἶναι «ψευδαπόστολοι καί ἐργάται δόλιοι». Μετά τήν αποφυλάκιση του ὁ Ἅγιος Μᾶρκος καταφεύγει στό μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Μαγγάνων καί διηύθυνε τόν ἀγῶνα κατά τῶν ἑνωτικῶν, γράφοντας ἐπιστολές στούς Μοναχούς καί Κληρικούς ἐνθαρρύνοντάς τους νά κρατοῦν τήν ὀρθή πίστη καί νά μή συνεργάζονται μέ τούς ἑνωτικούς. Οἱ διωγμοί, οἱ ἐξουθενώσεις καί οἱ πιέσεις ἐπιδείνωσαν τήν κατάσταση τῆς ὑγείας τοῦ Ἁγίου Μάρκου καί στίς 23 Ἰουνίου τοῦ 1444 μ.Χ., ἀφοῦ εἶχε καλέσει κοντά του τά πνευματικά του τέκνα καί ἀνέθεσε στόν Γεώργιο Σχολάριο τήν ἀρχηγία τοῦ ἀνθενωτικοῦ ἀγῶνος, ἀπεδήμησεν εἰς Κύριον. Ἦταν μόλις 52 ἐτῶν. Οἱ ἀγῶνες τοῦ Ἁγίου Μάρκου καί τοῦ μαθητοῦ του Γενναδίου ἀναγνωρίστηκαν ἀπό τήν μεγάλη σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως πού τελείωσε τό 1484 μ.Χ. καί κατέγραψε τά ὀνόματα τους, ὡς Πατέρων Ἁγίων, στό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτήν τήν σταθερή πίστη καλούμεθα νά βιώσουμε γιά νά ἔχουμε τἠν χάρη καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Μάρκου νά καταστοῦμε δοχεῖα τῆς Θείας Χάριτος καί μέτοχοι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. ΑΜΗΝ |