*Αφιέρωμα από το skalistiri.news για την πρώτη Άλωση της Βασιλεύουσας

Η 13η Απριλίου 1204 θεωρείται ως μια από τις ημερομηνίες σταθμούς στην ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Την ημερομηνία αυτή συντελέστηκε η πρώτη άλωση της βασιλεύουσας από τους Λατίνους που επηρέασε σημαντικά την μετέπειτα καθοδική πορεία της πάλαι ποτέ κραταιάς αυτοκρατορίας.
Τα γεγονότα του 1204 συνδέονται με την Δʹ Σταυροφορία. Η σχετική βούληση γι’ αυτήν, εκφράσθηκε το 1199 με την ευλογία τού πάπα Ιννοκεντίου Γʹ (1198-1216).
Συνεργάτης αυτόκλητος παρουσιάσθηκε ο δόγης (δούκας) της Βενετίας Δάνδολος, με το στόλο του.
Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ της Σταυροφορίας άρχισε το 1201. Σημαντικοί Φράγκοι φεουδάρχες δήλωσαν συμμετοχή: ο κόμης της Φλάνδρας Βαλδουΐνος, ο κόμης της Καμπανίας Τιμπώ, ο ιστορικός Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουΐνος και ο μαρκήσιος Βονιφάτιος Μομφερατικός.

(Η έφοδος των σταυροφόρων στην Βασιλεύουσα. Η Άλωση της Πόλης από τους Λατίνους επέφερε σημαντικό πλήγμα στην ήδη παρηκμασμένη βυζαντινή αυτοκρατορία).
Μια Βυζαντινή αυτοκρατορία η οποία άντεξε μέχρι το 1453 με την τελική πτώση της στα στίφη των Οθωμανών Τούρκων.
Η συγκέντρωση τού στρατού έγινε στον Ιούνιο τού 1202, στη Βενετία. Το Νοέμβριο τού 1202, καταλήφθηκε για λογαριασμό των Βενετών, η δαλματική πόλη Ζάρα, πού είχε αποστατήσει και υπαχθεί στο βασίλειο της Ουγγαρίας. Οι δυναστικές έριδες στην Κωνσταντινούπολη («Άγγελοι») διευκόλυναν —ως συνήθως- τα δυτικά σχέδια.
Στη Ζάρα έφθασε ο γιος του Ισαάκιου Β’ Αγγέλου – ο οποίος στο μεταξύ είχε ανατραπεί από τον αδελφό του Αλέξιο Γ’ Άγγελο – , ο νεαρός Αλέξιος. Ο γιος του Ισαάκιου ζήτησε από τους σταυροφόρους να κάνουν μια παράκαμψη στην Κωνσταντινούπολη για να αποκαταστήσουν τον πατέρα του στο θρόνο. Ο δόγης Ερρίκος Δάνδολος συγκατατέθηκε στο αίτημα παρασύροντας στην περιπέτεια τους βαρόνους της Δύσης, οι οποίοι δελεάστηκαν από τα σημαντικά ποσά που τους υποσχέθηκε ο Αλέξιος. Ο τελευταίος μάλιστα δεν δίστασε να υποσχεθεί την άνευ όρων ένωση της Δυτικής και Ανατολικής εκκλησίας. Όσο για τον Πάπα, δεν έκανε καμιά ουσιαστική ενέργεια για να ανατρέψει την επιχείρηση εναντίον της Κωνσταντινούπολης.
Στις 23 Ιουνίου 1203 οι σταυροφόροι αντίκρισαν την Κωνσταντινούπολη και θαμπώθηκαν από το μεγαλείο της πόλης που απλωνόταν μπροστά στα μάτια τους.
Τον Ιούλιο ξεκίνησαν την πολιορκία της Βυζαντινής πρωτεύουσας, ο αυτοκράτορας της οποίας Αλέξιος Γ’ Άγγελος λιγοψύχησε και έφυγε. Ο Αλέξιος Δ’ Άγγελος και ο γέρος και τυφλός πατέρας του Ισαάκιος Β’ Άγγελος στέφθηκαν συναυτοκράτορες. Ωστόσο από τα θησαυροφυλάκια της Κωνσταντινούπολης δεν ήταν δυνατόν να εκπληρωθούν οι οικονομικές υποσχέσεις που είχαν δοθεί. Από την άλλη πλευρά Ο Αλέξιος Δ’ Άγγελος προσπάθησε να αναγκάσει το λαό του να δεχθεί το ρωμαιοκαθολικό δόγμα.
Η συνωμοσία που συνυφάνθηκε για να γλιτώσει τη βυζαντινή εκκλησία και τον λαό από τους προδότες ανέδειξε τον πρωτοβεστιάριο Αλέξιο Ε’ Μούρτζουφλο ως τον νέο αυτοκράτορα, ο οποίος έβγαλε από την μέση τον Αλέξιο Δ’ και τον Ισαάκιο Β’.

(O Αλέξιος Ε’ Μούρτζουφλος υπήρξε από τους βασικούς πρωταγωνιστές της άλωσης του 1204. Στην τελική επίθεση των σταυροφόρων στις 12 Απριλίου του 1204 και στη μοιραία έφοδο αντιστάθηκε γενναία. Βλέποντας το μάταιο των προσπαθειών του, αποφάσισε να εγκαταλείψει την πόλη τη νύχτα βγαίνοντας από τη Χρυσή Πύλη. Παρόλα αυτά τυφλώθηκε από τον πεθερό του Αλέξιο Γ’.).
Φρόντισε επίσης να ανακοινώσει την πρόθεση του να αποκηρύξει όλα τα άρθρα της συμφωνίας που είχε συνάψει ο προκάτοχος του με τους Λατίνους και να απαλλάξει την Κωνσταντινούπολη από τους σταυροφόρους. Αυτό το στοιχείο διευκόλυνε τους Λατίνους αφού δεν είχαν πλέον καμία ηθική υποχρέωση απέναντι στους Έλληνες τώρα που έλειψαν από την μέση ο Αλέξιος και ο πατέρας του.
Η κατάληψη της Βασιλεύουσας και η κατάκτηση του Βυζαντίου έγιναν ο στόχος της Δ’ Σταυροφορίας. Ο Δυτικός κλήρος δε τους διαβεβαίωσε ότι θα ήταν ένας πόλεμος δίκαιος που σκοπό θα είχε να εκδικηθεί τη δολοφονία του Αλεξίου Δ’ και να υποτάξει τη Βυζαντινή Εκκλησία και αυτοκρατορία στη Ρώμη.
Η επίθεση των σταυροφόρων

Η επίθεση αποφασίστηκε να γίνει μόνο από τη θάλασσα και ειδικά από το Φανάρι, ενάντια στα τείχη που απλώνονταν σε όλη την παραλιακή γραμμή του Κεράτιου Κόλπου. Η πρώτη προσπάθεια έγινε την αυγή της 9ης Απριλίου 1204. Ο στρατός, που την προηγούμενη ημέρα είχε επιβιβαστεί στον στόλο, πλησίασε τα τείχη και άρχισε να τα χτυπάει με πολιορκητικές μηχανές και να ρίχνει στους υπερασπιστές τους βέλη και δόρατα. Η αντίσταση των Βυζαντινών ήταν γενναία καθώς ο Αλέξιος Ε’ Μούρτζουφλος είχε στο μεταξύ οχυρώσει τα τείχη της πόλης, είχε χτίσει πύργους και τα είχε διασφαλίσει με διπλή τάφρο, ενώ εμψύχωνε διαρκώς τους αμυνόμενους. Το αποτέλεσμα ήταν οι σταυροφόροι να υποχωρήσουν με βαριές απώλειες και χάνοντας πολλές πολιορκητικές μηχανές.
Αλλά ο κλήρος, οι βαρόνοι και ο απτόητος δόγης Ερρίκος Δάνδολος τους εμψύχωσαν και στις 12 Απριλίου έκαναν καινούργια έφοδο διπλασιάζοντας τον αριθμό των πλοίων τους ώστε να αυξήσουν τον αριθμό των επιτιθέμενων στρατευμάτων. Τελικά η πλάστιγγα έγειρε με το μέρος των Λατίνων αφού κατάφεραν να κυριεύσουν ζωτικούς πύργους της Κωνσταντινούπολης.
Η βασιλεύουσα είχε πλέον καταληφθεί από τους Λατίνους.
Η Άλωση της πόλης

Το πρωί της 13ης Απριλίου 1204 τα υπολείμματα του στρατού, ο κλήρος και ο λαός παραδόθηκαν στον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό. Η φοβερή λεηλασία της πόλης έμελλε να χαρακτηρίσει τις επόμενες ημέρες ως τις πιο απαίσιες της ιστορίας.
Η ιστορία διδάσκει ότι σε τέτοιες στιγμές απόλυτου χάους ένας από τους μεγαλύτερους ηττημένους είναι ο πολιτισμός. Όλες οι διαταγές που είχαν δοθεί για τη διάθεση των λαφύρων και την αποφυγή ακροτήτων ξεχάστηκαν.
Η βιαιότητα των Δυτικών ιπποτών, που έδιναν επιτέλους διέξοδο στην ενδόμυχη ζήλια για τους «επίορκους και προδοτικούς» Έλληνες, είχε αποτέλεσμα μια σκόπιμη και μονιμότερη καταστροφή. Ο αριθμός των σφαγιασθέντων πιθανώς δεν ξεπερνά τις 2.000 αλλά η ασέλγεια και η διαρπαγή ήταν σε ημερήσια διάταξη. Σπίτια, μοναστήρια και εκκλησίες λεηλατήθηκαν. Δισκοπότηρα απογυμνωμένα από τα πετράδια τους έγιναν κρασοπότηρα, εικόνες μετατράπηκαν σε τάβλες παιχνιδιών.
Καλόγριες βιάστηκαν μέσα στα μοναστήρια τους, τα οποία λεηλατήθηκαν. Στη Αγία Σοφία οι στρατιώτες ξέσχισαν το πέπλο του ιερού και κατέστρεψαν τα χρυσά σκαλίσματα του βωμού και του άμβωνα. Μια πόρνη κάθησε στο θρόνο του πατριάρχη τραγουδώντας πρόστυχα γαλλικά τραγούδια. Άλλωστε ο πιο φοβερός απολογισμός δεν έρχεται από Ελληνική πένα αλλά από τον ίδιο τον Πάπα Ιννοκέντιο Γ’, ο οποίος έσπευσε να καταδικάσει εκείνο που ίσως είχε προβλέψει μα αποδείχθηκε ανίκανος να εμποδίσει:
«Οι υπερασπισταί του Χριστού(…) δεν εφείσθησαν ούτε της θρησκείας, ούτε ηλικίας, ούτε φύλου. Διέπραξαν αναφανδόν μοιχείας παρανόμους, επιμειξίας, αίσχη. Αι μητέρες, αι παρθένοι και εκείναι έτι αι οποίαι είχον αφοσιωθεί εις τον θεόν, παρεδόθησαν εις τα επαισχύντους βιαιότητας των στρατιωτών».

(Πρόδρομους του Αντίχριστου χαρακτήρισε ο αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων και βυζαντινός χρονικογράφος Νικήτας Χωνιάτης τους Λατίνους κατακτητές και τις βαιότητες που προκάλεσαν στους κατοίκους της Πόλης).
Με τον τρόπο αυτόν εκπληρώθηκε το προαιώνιο όνειρο της Δύσης να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη και να υποτάξει τους χριστιανούς της Ανατολής στην εκκλησία της Ρώμης.
Η Κωνσταντινούπολη παρέμεινε υπό Λατινική κυριαρχία για 57 ολόκληρα χρόνια. Επανακτήθηκε το 1261 από τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο.
Βέβαια τόσο η Βασιλεύουσα όσο και η υπόλοιπη αυτοκρατορία, δεν μπόρεσε να συνέλθει ποτέ από τα πλήγματα που υπέστη στα χέρια των σταυροφόρων.
Η παρηκμασμένη αυτοκρατορία του Βυζαντίου θα συνεχίσει μια καθοδική πορεία που θα ολοκληρωθεί με την επέλαση των Οθωμανών Τούρκων στα εδάφη που κατείχε και την τελική πτώση της τον Μάιο του 1453.